Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Όσα δε φτάνει η Επιστήμη ... [Μέρος 3ο]

Τι επιδιώκουν οι «νεκροθάφτες» του Θεού κι επίλογος

Στις τελευταίες παραγράφους, ακόμα κι αυτός ο κύριος Αλέξανδρος πιάνει την τυπική κλάψα. Του φταίνε οι κλασικοί "σατανάδες": οι Νίτσε, οι Σταλίνηδες, οι (αν)ύπαρκτοι Σοσιαλισμοί, οι Παγκοσμιοποίησες και πάει λέγοντας. Κλασικός Χριστιανός: πάντα οι άλλοι. Για όλα τα δεινά του κόσμου ευθύνεται ο νεκρός Θεός και το παιδί της Ρόζμαρι. Ο άνθρωπος δε μπορεί να καταλάβει πως ένας λαός, που του 'χουν καρφώσει το Θεό στο κεφάλι, δεν ξεκολλάει σχεδόν ποτέ, παρά πιάνει να θεοποιήσει ότι βρει μπροστά του. Δε θα πιάσω το Νίτσε, γιατί είμαι πολύ αδαής ώστε να τον κρίνω. Από την ευκολία ωστόσο που ο Κωστάρας αποδίδει στον Υπεράνθρωπο αιτιακή σχέση με το Ναζισμό, μάλλον κι εκείνος δε διακρίνεται από καμια ιδιαίτερη ευρύτητα πνεύματος. Όμως - πίσω στα προηγούμενα - το να σφάξεις το Θεό στο γόνατο, αλλά να πας να βάλεις στη θέση του το Στάλιν, το Κόμμα, την Ιδεολογία ή την Α.Ε.Κ δεν έχει και καμία ειδοποιό διαφορά της προκοπής κι ούτε αυτό σε κάνει άθεο, παρά μόνον για τις ανάγκες κανενός ληξιαρχείου. Σε κάθε περίπτωση, είσαι άνθρωπος ανελεύθερος και μαζοποιημένος. Εκτός κι αν ο αρθρογράφος πιστεύει ότι οι άνθρωποι φτιάχναν νωρίτερα, στο όνομα του Θεού, έναν κόσμο καλύτερο και τα πράγματα στράβωσαν μετά, εξαιτίας του Στάλιν και του Χίτλερ!

Τα χάλια που αποδίδονται στους δήθεν άθεους ανθρώπους, που δεν είναι άθεοι, είναι ακριβώς εκείνα που χαρακτηρίζουν τη συναισθηματική μικροψυχία οποιουδήποτε οπαδού, άρα και του μέσου πιστού. Καταδικάζοντας ένα συγκεκριμένο ήθος, άθελά του ο Κωστάρας, καταδικάζει κι αυτό το ίδιο το ήθος της ράτσας των Χριστιανών, αφού ποιοτικά ο λαϊκός τρόπος πίστης είναι το ίδιο άκριτος, φοβικός και φανατισμένος. Οι άνθρωποι που 'ναι "καλοί" είναι καλοί για άλλους λόγους κι απλά, όταν τυχαίνει να 'ναι πολιτογραφημένοι ως "Χριστιανοί Ορθόδοξοι" νομίζουμε πώς είναι η χάρη του Θεού που τους φωτίζει, αν πάλι είναι "Βουδιστές Ορθόδοξοι" είναι η χάρη του Σιντάρτα Γκαουτάμα και πάει λέγοντας, στον αιώνα των αιώνων της ευήθειας. Αυτό που κάνει ο Χριστιανισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο απ' το να παίρνει όλα εκείνα τα θετικά στοιχεία, τα οποία ούτως ή άλλως χαρακτηρίζουν τον Άνθρωπο, και να τα ιδιοποιείται. Τώρα, άμα ρωτήσεις έναν ψαγμένο, θα σου πει πως αβάπτιστα από τη θεία χάρη και την επικύρωση της επερχόμενης βασιλείας και όλα τα μεταφυσικά μπλαμπλά τα πράγματα δεν είναι τα ίδια κι ολάκερο το οικοδόμημα καταρρέει. Αλλά σε όσους από εμάς η λέξη Θεός είναι μια λέξη, που θα μπορούσε κάλλιστα και να μην υπάρχει, χωρίς να μας κάνει διαφορά, είναι ολοφάνερο ότι ο Άνθρωπος είναι πέρα και πάνω απ' τις ατελείς θρησκείες με τα μυθεύματα και τις ασυναρτησίες τους. Είναι, με άλλα λόγια, πολύ καλύτερος.

Κι ωστόσο, όπως το 'χω ξαναπαραδεχτεί, διακρίνω σε μερικές - όχι τόσο διαφημισμένες - γωνίτσες του ορθόδοξου λόγου ποιότητες, που αισθάνομαι δύσκολα συναντάς σε άλλα κείμενα ή πηγές. Χαίρομαι γι' αυτό σα μικρό παιδί και γεμίζω αγάπη, αλλά πάλι δεν αποδίδω τους λόγους αυτούς σε καμία μεταφυσική φώτιση, αλλά στον βαθύ ψυχισμό, κάποιων σπάνιων ανθρώπων. Ποιότητες βαθιάς αγάπης συναντάει κανείς εξίσου στο λεπτότερο κομμάτι των ανατολικών θρησκειών, στο γυμνό σεβασμό των Ινδιάνων της Β.Αμερικής και σε χίλια μύρια άλλα μέρη, απλά εκφρασμένες σε διαφορετική συναισθηματική γλώσσα. Έτσι, μεγαλώνοντας στο συγκεκριμένο περιβάλλον που μεγάλωσα, μου φαίνεται άκρως φυσιολογικό να με αγγίζει αμεσότερα η νοηματοδότηση της ορθόδοξης εκφραστικής, όταν δεν εκφυλίζεται σε λόγο εκκλησιαστικό και κατηχητικό. Αμπόλιαστος, ωστόσο, από την απεραντοσύνη και την ποικιλομορφία της ανθρώπινης "ψυχής", φαντάζει κι ο ορθόδοξος λόγος στενός και μετρημένος. Θέλω να πω, δε χρειάζεται να τρέχει κανείς στο επέκεινα για να εμφυσήσει με νόημα τον κοσμικό λόγο, όταν δίπλα του περπατούν πλάσματα φτιαγμένα από την ίδια ύλη και τον ίδιο πόνο. Ετούτη η εμμονή με το Θεό είναι ο καλύτερος τρόπος για να καμουφλάρει κανείς τη μισανθρωπία του ή, έστω, την αναπηρία της καρδιάς ν' αγαπήσει τον αδερφό ή την αδερφή της: είναι ευκολότερο ν' αγαπήσεις εκείνον, που στην πράξη δε μπλέκεται στα πόδια σου, παρά εκείνον με τον οποίο έχεις κάτι να μοιράσεις.

Ο Κωστάρας δεν εννοεί κάτι διαφορετικό όταν γράφει «Δεν μπορείς δηλ. να πεις ότι αγαπάς τον Θεό, αν δεν έχεις αγαπήσει προηγουμένως τον άνθρωπο». Αλλά τίποτα μα τίποτα, από τον προηγούμενο λόγο του, δεν αποπνέει τη γυμνότητα της ειλικρινούς αγάπης προς τον άνθρωπο, παρά μόνο την μικρόψυχη μιζέρια των ανθρώπων που βαριούνται μόνοι τους στη γωνία. Γιατί αν, όλοι ετούτοι οι άνθρωποι, αγαπούσαν πραγματικά, τότε μπροστά στα διλήμματα που τους προβληματίζουν θα φρόντιζαν ν' ανοίγουν περισσότερο την αγκαλιά τους και λιγότερο το στόμα τους. Καλή συνέχεια, σε όλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: